Τον Σεπτέμβριο του 2024, ξεκίνησε στον Οργανισμό «Νοσηλεία» μια πρωτοβουλία που γεννήθηκε από μια απλή αλλά βαθιά ανθρώπινη ανάγκη: την ανάγκη για επικοινωνία και επαφή. Κατά τη διάρκεια των κατ’ οίκον επισκέψεων σε ανθρώπους με χρόνια νοσήματα που ζουν αποκλεισμένοι στο σπίτι τους, διαπιστώσαμε κάτι που δεν καταγράφεται εύκολα σε ιατρικά αρχεία: ένα βαρύ, διαρκές αίσθημα μοναξιάς. Μια σιωπή που υπήρχε όχι μόνο στο σπίτι, αλλά και στην καρδιά.
Είναι γνωστό ότι η συστηματική κοινωνική απομόνωση και η μοναξιά συνδέονται άμεσα με την εμφάνιση καταθλιπτικών συμπτωμάτων, άγχους, απώλεια της ελπίδας για ζωή, αλλά και με επιδείνωση της πορείας μιας χρόνιας νόσου καθώς έχουν συνδεθεί με επιπτώσεις όπως απορρύθμιση του ανοσοποιητικού, αύξηση της φλεγμονής, διαταραχές ύπνου και όρεξης. Η ύπαρξη έστω και μιας τακτικής, θετικής ανθρώπινης επαφής μπορεί να μειώσει τα επίπεδα θλίψης, να ενισχύσει την ελπίδα και να λειτουργήσει προστατευτικά απέναντι στον ψυχολογικό πόνο. Δεν πρόκειται για κάτι «μικρό» , πρόκειται για μια αληθινή πράξη φροντίδας.
Έτσι γεννήθηκε το πρόγραμμα «Σύνδεσις», μια πρωτοβουλία κοινωνικής σύνδεσης peer to peer, που φέρνει σε επαφή τους χρόνιους ασθενείς, ώστε να στηρίζονται μεταξύ τους μέσα από αυθεντικές, ανθρώπινες σχέσεις και κοινές εμπειρίες. Οι συμμετέχοντες, όλοι ωφελούμενοι της «Νοσηλείας», ενθαρρύνονται να ανταλλάξουν τηλεφωνικούς αριθμούς και να έρθουν σε επαφή. Η επικοινωνία ξεκινά μεταξύ των ίδιων των ωφελούμενων, οι οποίοι έρχονται σε επαφή ο ένας με τον άλλον, αναπτύσσοντας ανθρώπινες σχέσεις με βάση τις κοινές τους εμπειρίες και ανάγκες. Η αρχή γίνεται με ένα απλό τηλεφώνημα, μια κουβέντα για την καθημερινότητα, για όσα τους απασχολούν, για όσα τους ενώνουν. Πολλοί από αυτούς συνεχίζουν τις τηλεφωνικές επαφές σε σταθερή βάση, ενώ κάποιοι, όσοι μπορούν να μετακινηθούν, έχουν ήδη βρεθεί και από κοντά. Έχουν περάσει μαζί γιορτές, ακόμη και την αλλαγή του χρόνου.
Πίσω από κάθε τέτοια τηλεφωνική σύνδεση υπάρχει και μια σιωπηλή, αλλά ουσιαστική δουλειά της ομάδας της «Νοσηλείας». Οι επαφές δεν δημιουργούνται τυχαία. Προηγείται μια προσεκτική σκέψη και επιλογή, με βάση την προσωπικότητα, τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες του κάθε ανθρώπου. Η μοναξιά δεν είναι ίδια για όλους. Άλλοι επιζητούν μια συζήτηση με κοινά βιώματα, άλλοι χρειάζονται απλώς μια φωνή που θα τους ακούσει χωρίς να τους κρίνει.
Αυτό προσπαθούμε να αφουγκραστούμε, ώστε κάθε επαφή που γεννιέται να έχει ουσία και διάρκεια.
Στο επίκεντρο του προγράμματος βρίσκεται μια βαθιά ανθρώπινη αλήθεια: κανείς δεν μπορεί να καταλάβει καλύτερα τον πόνο, τις αγωνίες και τις προκλήσεις ενός ανθρώπου με χρόνια νόσο, από κάποιον που βιώνει κάτι παρόμοιο. Η στήριξη μεταξύ ομοτίμων (peer to peer) δεν βασίζεται μόνο στη συμπόνια, αλλά και στην αυθεντική κατανόηση. Όταν δύο άνθρωποι που έχουν περάσει από κοινούς δρόμους συνομιλούν, δημιουργείται ένας ασφαλής χώρος όπου δεν χρειάζονται εξηγήσεις ή άμυνες. Οι λέξεις αποκτούν βάρος και ουσία, η σιωπή είναι κατανοητή, και το μοίρασμα δεν είναι αμηχανία, αλλά λύτρωση.
Σήμερα, 18 ασθενείς συμμετέχουν ενεργά στο πρόγραμμα «Σύνδεσις». Άνθρωποι που μέχρι χθες ένιωθαν αποκλεισμένοι, τώρα νιώθουν πως υπάρχει ένας φίλος, μια παρέα, ένας άνθρωπος που τους καταλαβαίνει, κάποιος που θα σπάσει την μοναξιά και την σιωπή της καθημερινότητας. Το τηλέφωνο δεν είναι πια μόνο μέσο ανάγκης, είναι γέφυρα επικοινωνίας, είναι ανθρώπινη παρουσία, είναι η ανάσα μιας κανονικότητας μέσα στην ασθένεια, με άτομα ισότιμα.
“Από εκεί που όλη μέρα δεν μίλαγα με κανέναν και δεν νοιαζόταν κανένας τώρα μιλάω καθημερινά με τρία κορίτσια που λέμε τα δικά μας και γελάμε.” Αναφέρει η κυρία Σ. ωφελούμενη της «Νοσηλείας» η οποία συμμετέχει στο πρόγραμμα «Σύνδεσις» εδώ και 6 μήνες. Η ίδια είναι 63 ετών, διαβητική με σοβαρά προβλήματα όρασης, χωρίς οικογένεια, χωρίς κανένα υποστηρικτικό πλαίσιο. Οι κρίσεις πανικού που πάθαινε έχουν σχεδόν εξαφανιστεί και νοιώθει και πάλι χρήσιμη, γιατί βοηθάει την κα Γκ. επίσης ασθενή της «Νοσηλείας» να καταπολεμά τις δικές της φοβίες, με την καθημερινή τους κουβέντα.
Η ψυχολογική επίδραση είναι ήδη φανερή. Η αίσθηση ότι κάποιος τους σκέφτεται, ότι μπορούν να μοιραστούν κοινές εμπειρίες χωρίς να εξηγούν ή να απολογούνται, έχει φέρει ζωντάνια, ελπίδα, και μια μικρή καθημερινή χαρά. Η κοινωνική σύνδεση, ακόμη και μέσα από μια απλή φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής, λειτουργεί θεραπευτικά και επηρεάζει θετικά τόσο την ψυχική όσο και την σωματική υγεία: μειώνει το άγχος, ενισχύει την αυτοεκτίμηση και δίνει νόημα στην ημέρα.
Το πρόγραμμα «Σύνδεσις» συνεχίζεται, όχι ως θεραπεία, αλλά ως υπενθύμιση ότι στη δυσκολία, αυτό που μας κρατά είναι η ανθρώπινη επαφή.
Της Μαρίας Φώτεινα – Χατζή
Ψυχολόγος, MSc
Εκπ. Συστημική Ψυχοθεραπεία